- οὐσιώδους
- οὐσιώδηςessentialmasc/fem/neut gen sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πλάνη — Παραδρομή του πνεύματος, το οποίο, κατά τη διαδρομή των ενεργειών του, χάνει την ορθή κατεύθυνση και καταλήγει να θεωρεί ως αληθινό εκείνο που είναι εσφαλμένο ή αντίστροφα. Η π. χαρακτηρίζεται από αδικαιολόγητη πίστη στην αντικειμενική αξία… … Dictionary of Greek
θωμισμός — Φιλοσοφικό θεολογική διδασκαλία, που στηρίζεται στο έργο του Θωμά του Ακινάτη. Άσκησε, από τις αρχές του 14ου αι., ευρύτατη επίδραση στην καθολική σκέψη. Ορισμένες θεμελιώδεις ιδέες που αναπτύσσονται στο έργο του Ακινάτη (βλ. λ.) –η θεωρία της… … Dictionary of Greek
νομικισμός — ο 1. δικολαβίστικη και σοφιστική ερμηνεία τών νόμων, δικολαβισμός 2. αντιμετώπιση και ερμηνεία όλων τών εκδηλώσεων τής πολιτικής και κοινωνικής ζωής και ουσιαστικών θεμάτων τής τρέχουσας πραγματικότητας υπό το πνεύμα μιας στενής νομικής θεώρησης… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… … Dictionary of Greek
Επικρατείας, Συμβούλιο της– — Ονομασία που φέρει σε διάφορες χώρες το ανώτατο δικαστήριο διοικητικής δικαιοσύνης, στο οποίο έχουν ανατεθεί κατά κανόνα, εκτός από τις καθαυτό δικαιοδοτικές αρμοδιότητες, και γνωμοδοτικά καθήκοντα, ως συμβουλευτικού οργάνου της διοίκησης.… … Dictionary of Greek
Λεονάρντο ντα Βίντσι — (Leonardo da Vinci, Βίντσι Φλωρεντίας 1452 – Πύργος του Κλου, Αμπουάζ 1519). Ιταλός ζωγράφος, γλύπτης, αρχιτέκτονας, μηχανικός, ανατόμος, φυσιολόγος, βοτανολόγος, φυσικός, φιλόσοφος, μουσικός και λογοτέχνης. Νόθος γιος του συμβολαιογράφου Σερ… … Dictionary of Greek
σουλφοναμίδες — Παράγωγα της σουλφανιλαμίδης που έχουν αντιμικροβιακές ιδιότητες. Η δομή της σ. είναι σχετικά απλή, αποτελούμενη από ένα βενζοϊκό πυρήνα, μια σουλφοναμιδική ομάδα ( SO2NH2) και σε θέση πάρα μια αμινική ομάδα ( NH2) το μεγαλύτερο μέρος των σ.… … Dictionary of Greek